Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

Οι γλωσσικές δεξιότητες των Ευρωπαίων πολιτών

Οι παρακάτω πίνακες βασίζονται στο «Ειδικό Ευρωβαρόμετρο 243» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με θέμα «Οι Ευρωπαίοι και οι Γλώσσες τους» που εκδόθηκε το Φεβρουάριο του 2006 βασισμένο σε στοιχεία του Νοέμβρη και του Δεκέμβρη του 2005. Πρόκειται για δημοσκόπηση και όχι για απογραφή, σε δείγμα 28.694 ατόμων 15 ετών και πάνω από τις 25 χώρες-μέλη και τις υπό ένταξη (Βουλγαρία, Ρουμανία) και τις υποψήφιες χώρες (Κροατία, Τουρκία) τη στιγμή της διεξαγωγής της έρευνας. Ρωτήθηκαν μόνο πολίτες των αυτών των κρατών και όχι μετανάστες χωρίς υπηκοότητα. Οι πολίτες της ΕΕ υπολογίζονται σε 450 εκατομμύρια.
Ο πίνακας που ακολουθεί δείχνει το ποσοστό των Ευρωπαίων πολιτών που ισχυρίζονται ότι μπορούν να μιλήσουν την κάθε γλώσσα, ως μητρική γλώσσα ή ως δεύτερη ή ξένη και
αθροιστικά ανεξάρτητα από το αν είναι μητρική τους ή όχι (εμφανίζονται οι γλώσσες με τουλάχιστον 2% των ομιλητών):
Γλώσσα Ποσοστό του πληθυσμού της ΕΕ που την μιλάει
ως
μητρική
ως
δεύτερη
ή ξένη
σύνολο
Αγγλικά 13% 38% 51%
Γερμανικά 18% 14% 32%
Γαλλικά 12% 14% 26%
Ιταλικά 13% 3% 16%
Ισπανικά 9% 6% 15%
Πολωνικά 9% 1% 10%
Ολλανδικά 5% 1% 6%
Ρωσικά 1% 6% 7%
Σουηδικά 2% 1% 3%
Ελληνικά 3% 0% 3%
Τσεχική 2% 1% 3%
Πορτογαλικά 2% 0% 2%
Ουγγρικά 2% 0% 2%
Σλοβακικά 1% 1% 2%
Καταλανικά 1% 1% 2%
Ομιλητές γερμανικών
Ομιλητές γαλλικών

Τα γερμανικά, λοιπόν, είναι η ευρύτερα ομιλούμενη μητρική γλώσσα με 18%, ενώ τα αγγλικά είναι σαφώς η περισσότερο χρησιμοποιούμενη γλώσσα στην ΕΕ με 51%.
Η γνώση ξένων γλωσσών διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα, όπως δείχνει ο πίνακας που ακολουθεί, σημειώνοντας τη γνώση ανά χώρα των τριών πιο διαδεδομένων δεύτερων/ξένων στην ΕΕ, της αγγλικής, της γερμανικής και της γαλλικής. Όπου για μια γλώσσα δε σημειώνεται ποσοστό, δεν είναι μέσα στις τρεις πρώτες δεύτερες/ξένες γλώσσες που μιλιούνται στη χώρα αυτή.
Χώρα Αγγλικά
ως δεύτερη
ή ξένη
Γερμανικά
ως δεύτερη
ή ξένη
Γαλλικά
ως δεύτερη
ή ξένη
Αυστρία 58% - 10%
Βέλγιο 59% 27% 48%
Βουλγαρία 23% 12% -
Γαλλία 36% 8% -
Γερμανία 56% 9% 15%
Δανία 86% 58% 12%
Ελλάδα 48% 9% 8%
Εσθονία 46% 22% -
Ηνωμένο Βασίλειο - 9% 23%
Ιρλανδία - 7% 20%
Ισπανία 27% - 12%
Ιταλία 29% - 14%
Κύπρος 76% 5% 12%
Λετονία 32% - -
Λιθουανία 39% - -
Λουξεμβούργο 60% 88% 90%
Μάλτα 88% - 17%
Ολλανδία 87% 70% 29%
Ουγγαρία 23% 25% -
Πολωνία 29% 19% -
Πορτογαλία 32% - 24%
Ρουμανία 29% 6% 24%
Σλοβακία 32% 32% -
Σλοβενία 57% 50% -
Σουηδία 89% 30% 11%
Τσεχία 24% 28% -
Φινλανδία 63% 18% -
Υπό ένταξη και υποψήφιες χώρες
Κροατία 49% 34% -
Τουρκία 17% 4% -

Το 56% των πολιτών της ΕΕ είναι σε θέση να έχει μια συζήτηση σε άλλη γλώσσα εκτός από τη μητρική του. Το ποσοστό αυτό είναι 9 μονάδες υψηλότερο σε σχέση με εκείνο που καταγράφτηκε το 2001 στα τότε 15 κράτη-μέλη. 28% των ερωτηθέντων γνωρίζει δύο ξένες γλώσσες. Το 44% όμως δε γνωρίζει καμία άλλη γλώσσα πέρα της μητρικής του. 1 στους 5 Ευρωπαίους μπορεί να περιγραφεί ως "ενεργός σπουδαστής ξένης γλώσσας", έχει δηλαδή πρόσφατα βελτιώσει τις γλωσσικές δεξιότητες του/της ή προτίθεται να το πράξει μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
Τα αγγλικά παραμένουν η ευρύτερα ομιλούμενη ξένη γλώσσα ανα την Ευρώπη με 38% των πολιτών (πέρα από τους κατοίκους της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου που την μιλούν ως μητρική γλώσσα) να δηλώνουν ότι διαθέτουν επαρκή γνώση της γλώσσας ώστε να κάνουν μια συζήτηση. Ακολουθούν τα γαλλικά και τα γερμανικά με 14% η κάθε μία. Στις 19 από τις 29 χώρες όπου έγινε η έρευνα τα αγγλικά είναι η ευρύτερα γνωστή γλώσσα εκτός της μητρικής, κάτι που ισχύει ιδιαίτερα στη Σουηδία (89%), τη Μάλτα (88%) (που είναι όμως πρώην βρετανική αποικία), την Ολλανδία (87%) και τη Δανία (83%), ενώ τα γερμανικά και τα γαλλικά σε 3 χώρες. Επίσης, οι πολίτες της ΕΕ θεωρούν ότι μιλούν καλύτερα την αγγλική από τις άλλες γλώσσες. Το 77% των πολιτών της ΕΕ θεωρεί ότι τα παιδιά θα πρέπει να μαθαίνουν αγγλικά ως πρώτη ξένη γλώσσα και τα αγγλικά αποτελούν την υπ' αριθμόν ένα γλώσσα προς εκμάθηση για τα παιδιά σε όλες τις χώρες όπου έγινε η έρευνα εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιρλανδίας (των δύο αγγλόφωνων χωρών δηλαδή) και του Λουξεμβούργου.
Συνολικά, είτε ως μητρική είτε ως ξένη γλώσσα, αγγλικά γνωρίζουν το 51% των πολιτών της ΕΕ. Τα γερμανικά ακολουθούν με 32% και τα γαλλικά με 28% των ερωτηθέντων.
Με τη διεύρυνση της ΕΕ, η σχέση ανάμεσα στη γνώση της γαλλικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας και της γερμανικής σιγά-σιγά αλλάζει. Σαφώς περισσότεροι πολίτες στα νέα κράτη-μέλη γνωρίζουν γερμανικά (23% σε σύγκριση με 12% στην ΕΕ15), ενώ οι γνώσεις τους στα γαλλικά και τα ισπανικά είναι ελάχιστες (3% και 1% αντίστοιχα, σε σύγκριση με 16% και 7% στην ΕΕ15).
Οι καλές γλωσσικές γνώσεις διαπιστώνονται σε σχετικά μικρά κράτη-μέλη με περισσότερες κρατικές γλώσσες, λιγότερο χρησιμοποιούμενες μητρικές γλώσσες ή "γλωσσική ανταλλαγή" με γειτονικές χώρες.
Οι πολίτες της Νότιας Ευρώπης και οι πολίτες των χωρών όπου μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές γλώσσες είανι η κρατική γλώσσα έχουν το πιο μέτριο επίπεδο γνώσης ξένων γλωσσών.
Οι γλωσσικές γνώσεις δεν είναι επίσης στο ίδιο επίπεδο και μέσα στις κοινωνίες των κρατών-μελών. Ο κατεξοχήν "πολύγλωσσος Ευρωπαίος" είναι νέος, με καλή μόρφωση, έχει κάποια διοικητική θέση ή είναι φοιτητής, έχει γεννηθεί σε χώρα διαφορετική της χώρας διαμονής του ή οι γονείς του προέρχονται από χώρα διαφορετική από τη χώρα διαμονής, χρησιμοποιεί ξένες γλώσσες για επαγγελματικούς λόγους και έχει κίνητρα για να τις μάθει. Κατά συνέπεια, φαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής κοινωνίας δεν απολαμβάνει το αγαθό της πολυγλωσσίας.
Δωρεάν μαθήματα (26%), βολικές ώρες (18%) και ευκαιρίες εκμάθησης της γλώσσας σε μια χώρα που μιλιέται θεωρούνται τα κυριότερα κίνητρα για την εκμάθηση γλωσσών. Καταλληλότεροι τρόποι για την εκμάθηση γλωσσών θεωρούνται τα μαθήματα σε μικρές ομάδες με κάποιο δάσκαλο (20%), τα μαθήματα στο σχολείο (18%), τα ιδιαίτερα μαθήματα και οι μακρές ή συχνές επισκέψεις σε μια χώρα που η γλώσσα μιλιέται.

To καθεστώς των άλλων γλωσσών

Σε μια επίσημη ενημέρωση τύπου υποστηρίχτηκε ότι η άτυπη αρχή για τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ότι κάθε κράτος-μέλος μπορεί να προτείνει το πολύ μία επίσημη γλώσσα ("ένα κράτος μέλος, μία γλώσσα"). Αυτή η αρχή δεν έχει επιβεβαιωθεί από επίσημα έγγραφα.
Η ισπανική και η ιρλανδική κυβέρνηση επεδίωξαν η καταλανική, η βασκική, η γαλικιανή και η ιρλανδική να αποκτήσουν το καθεστώς της επίσημης γλώσσας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην 2667η σύνοδό του το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο στις 13 Ιουνίου 2005 αποφάσισε να εγκρίνει περιορισμένη χρήση στο επίπεδο της ΕΕ των γλωσσών που αναγνωρίζονται από τα κράτη-μέλη πέρα από τις επίσημες γλώσσες εργασίας. Το Συμβούλιο αποφάσισε η ιρλανδική να γίνει η 21η επίσημη γλώσσα της ΕΕ από την 1 Ιανουαρίου 2007. Επίσης το Συμβούλιο αναγνώρισε τη δυνατότητα επίσημης χρήσης των γλωσσών "πέραν εκείνων που αναφέρονται στον κανονισμό του Συμβουλίου αριθμ. 1/1958 το καθεστώς των οποίων αναγνωρίζεται από το σύνταγμα ενός κράτους μέλους σε ολόκληρη ή μέρος της επικράτειάς του ή η χρήση των οποίων ως εθνικών γλωσσών επιτρέπεται από τη νομοθεσία". Η επίσημη χρήση τέτοιων γλωσσών θα εγκρίνεται στη βάση διοικητικού διακανονισμού που θα συμφωνείται μεταξύ του Συμβουλίου και του αιτούντος κράτους-μέλους, ενδεχομένως δε και από ένα άλλο θεσμικό ή άλλο όργανο της Ένωσης βάσει παρόμοιου διοικητικού διακανονισμού.
Η τουρκική, όπως και η ελληνική, είναι επίσημη γλώσσα της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά δεν υιοθετήθηκε κατά την προσχώρησή της το 2004. Το ίδιο συνέβη και με το Λουξεμβούργο, το οποίο το 1984 με νόμο όρισε τη λουξεμβουργιανή ως την εθνική γλώσσα του κράτους, παράλληλα με τα γαλλικά και τα γερμανικά, χωρίς όμως να ζητήσει την αναγνώρισή της και ως επίσημης γλώσσας των τότε Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου